Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

H εικόνα της Πιερίας στη νεοελληνική λογοτεχνία

Μια περιδιάβαση στο πώς είδαν οι Έλληνες Λογοτέχνες την Πιερική γη στον εικοστό αιώνα - Μέρος 1ο
  
  Ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι, δημογράφοι και άλλοι ειδικοί ερευνητές είναι σε θέση να περιγράψουν καθαρότερα την εικόνα μιας πόλης, ενός νομού, μιας ευρύτερης γεωγραφικής ομάδας και  φυσικά  ενός ολόκληρου  έθνους στηριγμένοι ασφαλώς στις κατακτήσεις και την οικεία ορολογία των επιμέρους λόγων τους. Από την άλλη, η φιλολογική επιστήμη έχει ήδη καταθέσει - όσο το επιτρέπουν οι πηγές και η θεσμική στήριξη και στην περίπτωση της Πιερίας- σημαντικά ευρήματα (αρχαιολογία, βυζαντινή και νεότερη ιστορία) που αργά αλλά σταθερά μάς επιτρέπουν να οικοδομήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της ιστορίας του τόπου μας.

  Η ανάκαμψη της ιστορίας, η μελέτη και το ενδιαφέρον για την μικροϊστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό των τοπικών σχηματισμών (κοινότητες, σχολεία, εκκλησία και θρησκευτική ζωή, λαϊκή παράδοση και γλώσσα) υπηρετούν εδώ και δύο περίπου δεκαετίες με συνέπεια την παραπάνω έρευνα. Ωστόσο, ενώ σε επίπεδο εθνικό γράφονται και δημοσιεύονται μελέτες που φωτίζουν τη σύνολη ιστορία από τις απαρχές του ελληνικού κράτους μέχρι τις μέρες μας, η ιστορία της Πιερίας και η αποτίμηση των μετασχηματισμών της τοπικής κοινωνίας περιμένει ακόμη τον ειδικό της.

Λογοτεχνία και συγκριτική φιλολογία - λογοτεχνία και ανθρωπολογία
  
  Στο πλαίσιο των νεότερων θεωρητικών και μεθοδολογικών αναζητήσεων τα τελευταία χρόνια η λογοτεχνία χρησιμοποιείται με μεγάλη συχνότητα ως πηγή πληροφοριών και πεδίο έρευνας πολλαπλών αναγνώσεων. Για παράδειγμα η συγκριτική στερεοτυπολογία, κλάδος της συγκριτικής φιλολογίας, μελετά τις διάφορες εθνικές εικόνες όπως αυτές εμφανίζονται στη λογοτεχνία, στη λογοτεχνική κριτική και σε άλλες περιοχές της φιλολογικής επιστήμης. Υπό αυτήν την έννοια ερευνώνται θέματα όπως η διαχρονική εξέταση των εθνικών εικόνων, η λογοτεχνική εικόνα της άλλης χώρας ως στοιχείο σύνθετων υπερεθνικών σχέσεων, η ερμηνεία της γένεσης και της επίδρασης αυτών των εικόνων σε λογοτεχνικό ή ακόμη και σε μη λογοτεχνικό πεδίο με την προϋπόθεση ότι ο ένας πόλος της έρευνας είναι λογοτεχνικός. Η λογοτεχνία, δηλονότι, δεν αντιμετωπίζεται με τη γνωστή πλατωνική καχυποψία, ως απατηλή αναπαράσταση του κόσμου, αλλά ως χώρος εντός του οποίου οι ποικίλες εκφάνσεις του αντικειμενικού κόσμου (η πόλη, η κωμόπολη, το χωριό, τα μαγαζιά, η οικονομική δραστηριότητα, οι πεποιθήσεις, οι δημόσιοι χώροι κλπ.) βρίσκουν προσεκτική αποτύπωση και δικαίωση.


            Είναι κάτι ιστορίες σαν οσμές βαριές, βρομίζουνε τον τόπο, όσο κι αν φυσούν ενάντιοι άνεμοι, βγαίνουν νεκροί και ζωντανοί και αφηγούνται άθλιες συνέχειες ή αποτρόπαια μυστικά, φήμες για ήρωες και για κιοτήδες, τόσο που πέντε μέρες ύστερα από τον σκοτωμό του Τριαντάφυλλου και των τριών ληστών (που τα κεφάλια, των τριών, μπηγμένα σε παλούκια είχαν εκτεθεί στην κεντρική πλατεία Κατερίνης κι αγριεύανε τον κόσμο), ξέσπασε μια περίεργη αντιδικία μεταξύ του Λίθαρη από τη μια, και του Σταθόπουλου και κάποιων άλλων, μάλλον επηρμένων και κενόδοξων, από την άλλη[...] Νίκος Μπακόλας

Λογοτεχνία και ιστορία

  Η λογοτεχνία ωστόσο, ακόμη και όταν αποτυπώνει την περιρρέουσα πραγματικότητα,  δεν ταυτίζεται με την καταγραφόμενη πραγματικότητα. Παραμένει μυθοπλασία, δηλαδή μεταπλασμένη και αληθοφανής επινόηση και όχι ακριβές αντίγραφο της πραγματικότητας, της υπαρκτής πόλης, των υπαρκτών ονομάτων και των υπαρκτών τόπων για να μιλήσουμε για το θέμα μας. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το γεγονός ότι ο αυτόχειρ Καρυωτάκης έθεσε ως έναν πιθανό τίτλο στην γνωστή μας Πρέβεζα τον τίτλο επαρχία. Η υπαρκτή Πρέβεζα διαβάζεται δηλαδή ως εκδήλωση συνειδητή μυθοπλαστικής διάθεσης και όχι κατ’ ανάγκην ως αναφορά και σχολιασμός στη συγκεκριμένη πόλη της δεκαετίας του ’20 (κάργιες εξάλλου και γυναίκες που καθαρίζουνε κρεμμύδια συναντώνται και αλλού).

Οι τρόποι της λογοτεχνίας, το ονομαστικό τέχνασμα, ο ρόλος των τοπωνυμίων και ανθρωπωνυμίων

  Ένας τρόπος για να δηλωθεί αυτή η πλαστότητα προκειμένου να επιδιωχθεί κάτι άλλο είναι και το λεγόμενο ονομαστικό τέχνασμα. Στο μυθιστόρημα του Ντίνου Σιώτη «Δέκα χρόνια κάπου» ο μικρασιατικής καταγωγής και μικροαστικής προελεύσεως κατερινιώτης προφέσορας, ειδικός σε μελλοντομετρικές αναλύσεις, ονομάζεται Καλέογλου προκειμένου να φανεί η πρόθεση του συγγραφέα: η σκληρή δηλαδή κριτική απέναντι σε μια άκρως εκλογικευτική και κομπιουτεροκρατούμενη λανθασμένη αντίληψη. Στο διήγημα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη «Ο χωματόδρομο»ς ο μοναχικός ήρωας που αναβοσβήνει τα φώτα του αυτοκινήτου του στα τρένα ονομάζεται Άγγελος Χορταριάς προκειμένου να δηλωθεί η διπλή ιδιότητά του: αθώος, αγγελικός, τρυφερός άνθρωπος που διαθέτει μεγάλη ευαισθησία για τα απλά και ξεχασμένα μονοπάτια, ενδεχομένως τους χορταριασμένους δρόμους, συνυποδήλωση της επαφής του με τη φύση και την αρχετυπική τρυφεράδα (για τον Σεφέρη ο άνθρωπος είναι μαλακός σαν το χόρτο). Ο ήρωας και πρωταγωνιστής του αφηγήματος «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα Νικόλας Κοζάκογλου ονομάζεται στην πραγματικότητα Καζάκογλου. Ωστόσο, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας μας υπενθυμίζει στο βιβλίο του, η τελική γραφή Κοζάκογλου επελέγη γιατί συμβολίζει κάτι από την αγριάδα και τη λεβεντιά των Κοζάκων. Άλλα ονόματα επιλέγονται γιατί συνδέονται με τυπικά, απρόσωπα και χωρίς ιδιαίτερη σημασία ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Ο «Λάκης» της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη στο μυθιστόρημά της είναι συνώνυμο του άβουλου, επιφανειακού και γραφειοκρατικού χαρακτήρα όπως και τα γυναικεία ονόματα Βάσω (στο διήγημα του Αντωνίου) και Νίκος είναι τυπικά γυναικεία ονόματα ακριβώς για να δηλωθεί και το επίπεδο αυτών των γυναικών: καθημερινοί άνθρωποι, χωρίς τίποτε το ξεχωριστό, κοινοί (όχι όμως και κενοί) με τις αδυναμίες και τις αρετές τους. Ο Γιώργος Χειμωνάς χρησιμοποιεί το Λιτόχωρο στο βιβλίο του «Ο γιατρός Ινεότης» με την έννοια του λιτού χώρου και όχι εκείνην του υπαρκτού τοπωνυμίου…

Από τον Αντώνη Κάλφα, φιλόλογο-συγγραφέα
Δημοσιεύτηκε στον ΑΝΤΙΛΟΓΟ της Πιερίας, 10 Οκτωβρίου 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου